Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstermìnio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sterˈminjo] 1 τεράστια ποσότητα 2 ανθρωποσφαγή 3 υπερβολικά πολύ 4 εξαιρετικά πολύ 5 σφαγή 6 εξολόθρευση 7 εξόντωση 8 μακελειό 9 καταστροφή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |