Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstécca
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈstekka] 1 (da biliardo) η στέκα 2 (di sigarette) η κούτα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |