stabilizzàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [stabilidˈdzare]
1 στερεώνω
2 στερεοποιώ
3 σιγουράρω
4 φιξάρω
5 στεριώνω
6 σφηνώνω
7 εδραιώνω
8 σταθεροποιώ
9 παγιώνω
10 πασσαλώνω
11 μονιμοποιώ
12 εμπεδώνω
stabilizzàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [stabilidˈdzarsi]
1 μονιμοποιούμαι
2 εγκαθίσταμαι
3 εξομαλύνομαι
4 σταθεροποιούμαι
5 αποκτώ σταθερότητα
6 παγιώνομαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [stabilidˈdzare]
1 στερεώνω
2 στερεοποιώ
3 σιγουράρω
4 φιξάρω
5 στεριώνω
6 σφηνώνω
7 εδραιώνω
8 σταθεροποιώ
9 παγιώνω
10 πασσαλώνω
11 μονιμοποιώ
12 εμπεδώνω
stabilizzàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [stabilidˈdzarsi]
1 μονιμοποιούμαι
2 εγκαθίσταμαι
3 εξομαλύνομαι
4 σταθεροποιούμαι
5 αποκτώ σταθερότητα
6 παγιώνομαι
permalink
stabilizzare (ρ. μτβ.)
stabilizzarsi (ρ. μ. αμτβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android