Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspumóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [spuˈmoso], [spuˈmozo] 1 ελαφρύς 2 αφρώδης 3 αφράτος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |