Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsprovvedùto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sprovveˈduto] 1 απαράσκευος 2 απροπαράσκευος 3 ατοίμαστος 4 απροετοίμαστος 5 ανέτοιμος 6 απαρασκεύαστος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |