Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsprofondàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [sprofonˈdare] βυθίζω sprofondarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [sprofonˈdarsi] 1 καταποντίζομαι 2 απορροφούμαι 3 βουλιάζω 4 βυθίζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |