ItalianoGreco


sparpagliàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [sparpaʎˈʎare]

1 τινάζω εδώ κι εκεί
2 σκορπίζω
3 διασκορπίζω

sparpagliarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [sparpaʎˈʎarsi]

1 σκορπίζομαι
2 διασκορπίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z