Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspartiàcque
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,spartiˈakkwe] 1 υδροκρίτης 2 υδροκριτική γραμμή 3 νεροχωρίστρα 4 λεκάνη απορροής 5 γραμμή διαχωρισμού υδάτων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |