ItalianoGreco


soverchiàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [soverˈkjare]

1 καταβάλλω
2 υπερτερώ
3 αριστεύω
4 εξουθενώνω
5 φοβίζω
6 κατανικώ
7 επικρατώ
8 ξεπερνώ
9 υπερεκχειλίζω
10 ξεχειλίζω
11 υπερακοντίζω
12 υπερνικώ
13 υπερέχω
14 υπερβαίνω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---