ItalianoGreco


servétta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [serˈvetta]

1 ηθοποιός σουμπρέτα
2 κοκετίτσα υπηρέτρια
3 σουμπρέτα
4 υπηρετριούλα
5 κουτσομπολιό
6 ελαφρόμυαλη κοπελίτσα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---