ItalianoGreco


serratùra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [serraˈtura]

η κλειδαριά


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


buco [αρσ.] della serratura = η κλειδαρότρυπα



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---