ItalianoGreco


serràre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [serˈrare]

1 μαγκώνω
2 δένω σφιχτά
3 σφίγγω
4 καργάρω
5 μαζεύω (τα πανιά)
6 επισπεύδω
7 επιταχύνω
8 αμπαρώνω
9 κλειδώνω
10 κλείνω
11 περικλείνω
12 κρατώ γερά
13 περικυκλώνω
14 περιβάλλω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---