serràre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [serˈrare]
1 μαγκώνω
2 δένω σφιχτά
3 σφίγγω
4 καργάρω
5 μαζεύω (τα πανιά)
6 επισπεύδω
7 επιταχύνω
8 αμπαρώνω
9 κλειδώνω
10 κλείνω
11 περικλείνω
12 κρατώ γερά
13 περικυκλώνω
14 περιβάλλω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [serˈrare]
1 μαγκώνω
2 δένω σφιχτά
3 σφίγγω
4 καργάρω
5 μαζεύω (τα πανιά)
6 επισπεύδω
7 επιταχύνω
8 αμπαρώνω
9 κλειδώνω
10 κλείνω
11 περικλείνω
12 κρατώ γερά
13 περικυκλώνω
14 περιβάλλω
permalink
serrare (ρ. μτβ. και αμετβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android