ItalianoGreco


ripulìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ripuˈlire]

ξανακαθαρίζω

ripulirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [ripuˈlirsi]

1 βελτιώνω τους τρόπους μου
2 τακτοποιούμαι
3 εξευγενίζομαι
4 ραφινάρομαι
5 συγυρίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---