Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrinverdìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [rinverˈdire] 1 αναζωογονούμαι 2 ξαναπρασινίζω 3 ανανεώνομαι rinverdìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rinverˈdire] 1 φρεσκάρω 2 ανανεώνω 3 αναζωογονώ 4 κάνω κάτι πράσινο rinverdirsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rinverˈdirsi] 1 ανανεώνομαι 2 ξαναπρασινίζω 3 αναζωογονούμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |