Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόriempìta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [riemˈpita] 1 φούσκωμα 2 παραγέμισμα 3 γέμισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |