Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόricórrere
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [riˈkorrere] προσφεύγω, ανατρέχω ricórrere ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [riˈkorrere] 1 ξανατρέχω 2 ανατρέχω 3 διατρέχω 4 τρέχω ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |