Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόricalcificàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rikalʧifiˈkare] εναποθέτω ασβεστούχα στρώματα ξανά ricalcificarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rikalʧifiˈkarsi] πιάνω πουρί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |