Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrepellènte
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [repelˈlɛnte] 1 απωθητικός 2 αποκρουστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |