Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


registratóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [reʤistraˈtore]

το μαγνητόφωνο

registratóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [reʤistraˈtore]

1 καταγραφικός
2 καταχωρητικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  registrato registrazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

regione (θηλ.ουσ)
regista (ουσ αρσ και θηλ.)
registrabile (επίθ.)
registrare (ρ. μτβ.)
registrato (επίθ.)
registratore (ουσ αρσ )
registratore (επίθ.)
registrazione (θηλ.ουσ)
registro (ουσ αρσ )
regnante (ουσ αρσ )
regnante (θηλ.ουσ)
regnante (επίθ.)
regnare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
regno (ουσ αρσ )
regola (θηλ.ουσ)
regolabile (επίθ.)
regolamentare (επίθ.)
regolamentare (ρ. μτβ.)
regolamentazione (θηλ.ουσ)
regolamento (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---