ItalianoGreco


ràpido  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈrapido]

τρένο εξπρές

ràpido  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ˈrapido]

γρήγορος, ταχύς


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


treno [αρσ.] rapido = η ταχεία αμαξοστοιχία



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---