Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόragnatelo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [raɲɲaˈtelo] 1 σφαλαγγουδιά 2 αραχνιά 3 ιστός αράχνης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |