pulitézza
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [puliˈtettsa]
1 παστρικάδα
2 συγύριο
3 εξευγενισμός
4 καθαριότητα
5 συμμάζεμα
6 τάξη
7 ευταξία
8 οικοκυροσύνη
9 νοικοκύρεμα
10 συγύρισμα
11 γυάλισμα
12 ευπρεπισμός
13 νοικοκυροσύνη
14 σιάξιμο
15 τέλειωμα
16 πάστρα
17 τακτοποίηση
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [puliˈtettsa]
1 παστρικάδα
2 συγύριο
3 εξευγενισμός
4 καθαριότητα
5 συμμάζεμα
6 τάξη
7 ευταξία
8 οικοκυροσύνη
9 νοικοκύρεμα
10 συγύρισμα
11 γυάλισμα
12 ευπρεπισμός
13 νοικοκυροσύνη
14 σιάξιμο
15 τέλειωμα
16 πάστρα
17 τακτοποίηση
permalink
pulitezza (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android