Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprussiàno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [prusˈsjano] Πρώσος prussiàno επίθετο Προσφορά I.P.A.: [prusˈsjano] ο της Πρωσίας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |