Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


pseudoletteràto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [,psɛwdoletteˈrato]

ψευτοδιανοούμενος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  pseudointellettuale pseudomembrana  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

prussico (επίθ.)
psammofita (θηλ.ουσ)
psammoterapia (θηλ.ουσ)
pseudoacacia (θηλ.ουσ)
pseudointellettuale (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
pseudoletterato (ουσ αρσ )
pseudomembrana (θηλ.ουσ)
pseudomorfo (επίθ.)
pseudomorfosi (θηλ.ουσ)
pseudonimo (αρσ. επίθ και ουσ)
pseudooperazione (θηλ.ουσ)
pseudoparalisi (θηλ.ουσ)
pseudopodio (ουσ αρσ )
pseudoprofeta (ουσ αρσ )
psi (ουσ αρσ και θηλ.)
psicagogia (θηλ.ουσ)
psicagogico (επίθ.)
psicanalisi (θηλ.ουσ)
psicanalista (ουσ αρσ και θηλ.)
psicanalitico (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---