Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpostsincronizzazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [postsinkroniddzatˈtsjone] συγχρονισμός εκ των υστέρων (στον κινηματογράφο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |