posatézza
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [posaˈtettsa]
1 αυτοκυριαρχία
2 νηφαλιότητα
3 συγκρότηση
4 αυτοπειθαρχία
5 ησυχία
6 αταραξία
7 σοβαρότητα
8 ηρεμία
9 γαλήνη
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [posaˈtettsa]
1 αυτοκυριαρχία
2 νηφαλιότητα
3 συγκρότηση
4 αυτοπειθαρχία
5 ησυχία
6 αταραξία
7 σοβαρότητα
8 ηρεμία
9 γαλήνη
permalink
posatezza (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android