Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpoponàio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [popoˈnajo] 1 χωράφι με πεπόνια 2 βραγιά με πεπόνια 3 πωλητής πεπονιών permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |