ItalianoGreco


polièdrico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [poliˈɛdriko]

1 πολυεδρικός
2 πολλαπλών χρήσεων
3 πολύεδρος
4 πολυμήχανος
5 πολλαπλών εφαρμογών
6 επιτήδειος σε πολλές τέχνες
7 πολυεπίπεδος
8 πολυφυής
9 πολύπλευρος
10 πολυσχιδής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---