Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


pòdice  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈpɔdiʧe]

1 πυγή
2 οπίσθια
3 κώλος
4 κωλομέρια
5 πισινός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  podesteria podio  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

podere (ουσ αρσ )
poderoso (επίθ.)
podesta (θηλ.ουσ)
podestarile (επίθ.)
podesteria (θηλ.ουσ)
podice (ουσ αρσ )
podio (ουσ αρσ )
podismo (ουσ αρσ )
podista (ουσ αρσ και θηλ.)
podistico (επίθ.)
podofillo (ουσ αρσ )
podometro (ουσ αρσ )
poema (ουσ αρσ )
poemetto (ουσ αρσ )
poesia (θηλ.ουσ)
poeta (ουσ αρσ )
poetare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
poetastro (ουσ αρσ )
poetessa (θηλ.ουσ)
poetica (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---