Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpoderóso
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [podeˈroso], [podeˈrozo] 1 γεροδύναμος 2 γερός 3 ισχυρός 4 εύρωστος 5 ρωμαλέος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |