Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόplateau
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [plaˈto] 1 οροπέδιο 2 υψίπεδο 3 καφάσι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |