Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpiantìna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [pjanˈtina] 1 φιντάνι 2 μικρός χάρτης 3 φρουρός (στρατιωτική αργκό) 4 δενδρύλλιο φυτωρίου 5 μικρό δενδρύλλιο 6 φιντανάκι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |