Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpiantàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [pjanˈtato] 1 ριζωμένος 2 σκληρός 3 ακούνητος 4 αμετακίνητος 5 δυνατός 6 φυτεμένος 7 ισχυρός 8 ρωμαλέος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |