Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpetulanteménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [petulanteˈmente] 1 αναιδώς 2 ξετσίπωτα 3 πρόστυχα 4 με θράσος 5 ξεδιάντροπα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |