ItalianoGreco


perorazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [peroratˈtsjone]

1 ανακεφαλαίωση
2 συνηγορία
3 αγόρευση
4 υπεράσπιση κατηγορίας
5 μακρηγορία
6 απολογία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---