pensieróso
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [pensjeˈroso], [pensjeˈrozo]
1 συλλογιζόμενος
2 συλλογισμένος
3 σκεπτικός
4 στοχαστικός
5 γεμάτος φροντίδες
6 που σκέφτεται τους άλλους
7 περίφροντις
8 απορροφημένος σε σκέψεις
9 σύννους
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [pensjeˈroso], [pensjeˈrozo]
1 συλλογιζόμενος
2 συλλογισμένος
3 σκεπτικός
4 στοχαστικός
5 γεμάτος φροντίδες
6 που σκέφτεται τους άλλους
7 περίφροντις
8 απορροφημένος σε σκέψεις
9 σύννους
permalink
pensieroso (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android