Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


parafùlmine  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [,paraˈfulmine]

το αλεξικέραυνο


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  parafrenia parafuoco  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

parafrasare (ρ. μτβ.)
parafrasi (θηλ.ουσ)
parafrasia (θηλ.ουσ)
parafrastico (επίθ.)
parafrenia (θηλ.ουσ)
parafulmine (ουσ αρσ )
parafuoco (ουσ αρσ )
paraggio (ουσ αρσ )
paragoge (θηλ.ουσ)
paragogico (επίθ.)
paragonabile (επίθ.)
paragonare (ρ. μτβ.)
paragone (ουσ αρσ )
paragovernativo (επίθ.)
paragrafare (ρ. μτβ.)
paragrafo (ουσ αρσ )
paraguaiano (ουσ αρσ )
paraguaiano (επίθ.)
paraldeide (θηλ.ουσ)
paralegale (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---