Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpanière
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [paˈnjɛre] 1 πανεράκι 2 κάνιστρο 3 καλάθι 4 κοφίνι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |