Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpallidaménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [pallidaˈmente] 1 ανεπαίσθητα 2 αμυδρά 3 αμυδρώς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |