Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpàlio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈpaljo] η ιπποδρομία permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmettere in palio = προσφέρω ως βραβείο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |