Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpalatìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [palaˈtino] βασιλικός palatìno επίθετο Προσφορά I.P.A.: [palaˈtino] 1 του ουρανίσκου 2 ουρανισκόφωνος 3 υπερώιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |