Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpaglierìno
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [paʎʎeˈrino] 1 κίτρινος ανοιχτός (στο χρώμα του άχυρου) 2 αχυρένιος στο χρώμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |