ItalianoGreco


ottànte  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [otˈtante]

1 όργανο ναυτιλίας αεροσκάφους
2 όγδοο τρισδιάστατου χώρου
3 θέση σώματος σε 45 μοίρες


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---