Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόossessìvo
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [ossesˈsivo] 1 προκαλών έμμονες ιδέες 2 υπερβολικός 3 βασανιστικός 4 έμμονος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |