Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόornatézza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ornaˈtettsa] 1 γάρμπο 2 γάρμπος 3 γλαφυρότητα 4 κομψότητα 5 χάρη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |