Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόofficinàle
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [offiʧiˈnale] 1 θεραπευτικός 2 φαρμακευτικός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαerba [αρσ.] officinale, medicinale = το βοτάνι Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |