Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόobiettìvo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [objetˈtivo] 1 (scopo) ο στόχος 2 fotografia ο φακός obiettìvo επίθετο Προσφορά I.P.A.: [objetˈtivo] αντικειμενικός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |