Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnumeratóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [numeraˈtore] 1 απαριθμητικός 2 καταμετρητής 3 αριθμητήριο 4 αριθμητής κλάσματος 5 αριθμητήρας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |