Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnonviolènza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,nonvjoˈlɛntsa] 1 μη χρήση βίας 2 μη βία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |