Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnidificàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [nidifiˈkare] 1 φωλιάζω 2 φτιάχνω φωλιά 3 φωλεύω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |